Σε αυτή την ενότητα συναντάμε κάποιες κοινοτοπίες και κάποια θετικά στερεότυπα, η ενδελεχής εξέταση των οποίων ανοίγει σημαντικά θέματα για την έννοια της ισότητας. Με τον στοχασμό πάνω στις γνώμες και τις απόψεις που σχετίζονται με αυτά, αλλά και με παραθέματα και παραπομπές σε σχετικά κείμενα, μπορούμε να προσεγγίσουμε την έννοια της ισότητας από διαφορετικές οπτικές.

Μετά από τη μελέτη αυτών των ζητημάτων, μπορείτε να σκεφτείτε ή να ζητήσετε από τους μαθητές σας να σκεφτούν και να συζητήσουν αυτά ή άλλα παρόμοια θετικά στερεότυπα ή και κοινοτοπίες που σχετίζονται με την έννοια της ισότητας. Μπορείτε να αναζητήσετε αντίστοιχα αποσπάσματα που αναφέρονται σε τέτοια ζητήματα, είτε πρόκειται για λογοτεχνικά, ποιητικά, επιστημονικά, δημοσιογραφικά κείμενα ή ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε. Χρησιμοποιήστε αυτή την ενότητα σαν έναν ξεναγό που σας παρουσιάζει κάποια από τα μείζονα ζητήματα περί ισότητας.

Είμαστε όλοι ίσοι, είμαστε όλοι διαφορετικοί
Είμαστε όλοι ίσοι, αλλά δεν είμαστε ίδιοι

Δεν είναι δύσκολο να συμφωνήσουμε για το δεύτερο μέρος αυτών των προτάσεων, ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί, δηλαδή, ότι δεν είμαστε ίδιοι: καθένας μας έχει διαφορετικά χρώματα, διαφορετικό μέγεθος, αλλά και, ουσιαστικότερα, έχουμε διαφορετικές δυνατότητες, διαφορετικές ικανότητες, διαφορετικές δεξιότητες. Να επιμείνουμε στις διαφορές μας, λοιπόν, μοιάζει σχετικά εύκολο. Τι γίνεται, όμως, για το πρώτο κομμάτι αυτών των προτάσεων; Γιατί να είμαστε όλοι ίσοι;

Mary-Wollstonecraft-Stamp

«Μεταξύ άνισων δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία», έγραφε η Μαίρη Γουόλστονκραφτ, εννοώντας πως εντός οποιασδήποτε συνομάδωσης πρέπει να υπάρχει ισότητα των μελών για να μπορέσει αυτή η ομάδα να λειτουργήσει ορθά. Πρέπει να υπάρχει ισότητα στο σχολείο και στην οικογένεια, πρέπει να υπάρχει ισότητα στην κοινότητα και στην ευρύτερη κοινωνία.
Πώς κατανοείτε εδώ την έννοια της ισότητας ή της ανισότητας;

Το ζήτημα της ισότητας είναι ένα από τα αρχαιότερα ζητήματα και μας ενδιαφέρει πάντα σε σχέση με το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο ή εντός του πλαισίου της δικαιοσύνης. Πρώτα, λοιπόν, μιλάμε για την ισότητα των πολιτών, η οποία βρίσκεται, εξ ορισμού, σε άμεση συνάρτηση με το εγκαθιδρυμένο πολίτευμα.

Όπως μας μαθαίνει ήδη ο Αριστοτέλης, με βάση την τυπολογία των πολιτευμάτων που κάνει, στο δημοκρατικό πολίτευμα όλοι οι πολίτες έχουν την ίδια αξία και συμμετέχουν εξίσου στα αγαθά της κοινωνίας. Εδώ, λοιπόν, η ισότητα αφορά όλους τους πολίτες απέναντι στον νόμο και απέναντι στα αγαθά. Από την άλλη, στο ολιγαρχικό καθεστώς το κριτήριο της αξίας των πολιτών δεν είναι η γενικευμένο, αλλά εξαρτάται από τον πλούτο τους, την οικονομική τους ισχύ και με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές ομάδες, οι οποίες, εξ ορισμού, δεν είναι εντελώς ίσες μεταξύ τους.
  • Πώς θα περιγράφατε τη σχέση ισότητας και του πολιτεύματος της κοινωνίας σας;
  • Πώς θα περιγράφατε τη σχέση ισότητας και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας;
  • Πώς θα περιγράφατε τη σχέση της ισότητας εντός της σχολικής σας κοινότητας;

Γεννιόμαστε ίσοι
Όλοι άνθρωποι είμαστε

Να υποστηρίξουμε ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί, λοιπόν, δεν φαίνεται να είναι εξαιρετικά δύσκολο. Είμαστε όμως ίσοι εντός της κοινωνικής και πολιτικής μας πραγματικότητας. Πώς όμως αποτυπώνεται αυτό στην πράξη στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όπου τουλάχιστον οι οικονομικές διαφορές είναι προφανείς; Τι σημαίνει να είμαστε ίσοι, αλλά διαφορετικοί στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο; Εδώ, η απάντηση ότι έχουμε διαφορετικό μέγεθος, ηλικία ή χρώμα μαλλιών σίγουρα δεν μοιάζει να ταιριάζει. Ότι προερχόμαστε, όμως, από διαφορετικά οικογενειακά περιβάλλοντα, με διαφορετικές οικονομικές δυνατότητες, για παράδειγμα, ή διαφορετικό μορφωτικό επίπεδο, μοιάζει πιο σχετική. Πού εντοπίζουμε, συνεπώς, την ισότητα εντός αυτού του πλαισίου;

Οι κοινωνικές και οικονομικές διαφορές των πολιτών είναι δεδομένες. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι οι πλουσιότεροι ή οι ικανότεροι έχουν περισσότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Άρα, σίγουρα όλοι οι πολίτες έχουν ίσα δικαιώματα και έτσι όλοι οι πολίτες είναι ίσοι στη βάση των δικαιωμάτων.

Είναι ο Χομπς που εισάγει αυτή τη νέα διάσταση στην κοινωνική και πολιτική ισότητα των ανθρώπων. Ο Χομπς εισάγει στη συζήτηση έναν νέο δεδομένο: το πρωταρχικό ένστικτο αυτοσυντήρησης που εντοπίζεται σε όλους τους ανθρώπους. Με αυτό το νέο δεδομένο, οι άνθρωποι δεν μπορούν να είναι ίσοι μόνο σε σχέση με τα αγαθά ή απέναντι στον νόμο, αλλά και απέναντι στο υπέρτατο αγαθό της ίδιας της ζωής. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν εξίσου τη δυνατότητα να ζουν: να ζουν χωρίς φόβο για τη ζωή τους, χωρίς να πρέπει να υπερασπίζονται διαρκώς τον εαυτό τους από άλλους, ενδεχομένως δυνατότερους ή ικανότερους από αυτούς. Για να συμβεί αυτό πρέπει στην κοινωνία να επικρατεί ειρήνη και η εξουσία οφείλει να τη διασφαλίζει με τη θέσπιση των κατάλληλων νόμων.
thomas hobbes

 

Είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στον νόμο
Όλοι αξίζουν ίση μεταχείριση

Η κλασικότερη προσέγγιση της ισότητας των πολιτών –και η αρχαιότερη– είναι αυτή που τοποθετεί την ισότητα στο ίδιο πλαίσιο με τη δικαιοσύνη. Από την αριστοτελική συζήτηση για την αναδιανεμητική (και τη διορθωτική) δικαιοσύνη, όπου τα αγαθά και τα πλούτη μοιράζονται σε κάθε πολίτη ανάλογα με την αξία του, μέχρι τη φιλελεύθερη ισότητα των ευκαιριών και του τρόπου ζωής, που καθορίζεται και διορθώνεται με νομοθετικές ρυθμίσεις ή και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, η ισότητα και η δικαιοσύνη είναι σε αυτό το επίπεδο στενά συνδεδεμένες.

«Ο πρώτος που έχοντας περιφράξει ένα κομμάτι γης, σκέφτηκε να πει: Αυτό είναι δικό μου, και βρήκε ανθρώπους αρκετά αφελείς για να τον πιστέψουν, υπήρξε ο πραγματικός ιδρυτής της κοινωνίας των πολιτών. […] [Η] υπερβολική φιλοδοξία, η σφοδρή επιθυμία να μεγαλώσει τη σχετική περιουσία του, όχι τόσο από πραγματική ανάγκη, όσο για να ξεπεράσει τους άλλους, γεννά σε όλους τους ανθρώπους μια σκοτεινή τάση να αλληλοβλάπτονται, μια κρυφή ζήλια, που γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνη, αφού, για μεγαλύτερη ασφάλεια παίρνει συχνά τη μάσκα της καλοσύνης. Με λίγα λόγια, ανταγωνισμός και αντιζηλία, από τη μια, σύγκρουση συμφερόντων, από την άλλη, και πάντοτε η κρυφή επιθυμία του κέρδους σε βάρος των άλλων, αυτά όλα τα δεινά είναι η πρώτη συνέπεια της ιδιοκτησίας και της αναπόσπαστης συνοδείας της, της ανισότητας που γεννιέται».
Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, Για την ανισότητα ανάμεσα στους ανθρώπους, μτφρ. Μ. Αλεξίου-Καναγκίνη, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 20063, σσ. 113, 126.

Από τη σχέση της δικαιοσύνης με την ισότητα προκύπτει και το ζήτημα του πολιτεύματος, καθώς διαφορετική είναι αντιμετώπιση των πολιτών σε ένα δημοκρατικό καθεστώς και διαφορετική σε ένα ολιγαρχικό καθεστώς. Εδώ, η δικαιοσύνη αποκτά πολιτικό πρόσημο και μιλάμε τώρα για τη σχέση της πολιτικής δικαιοσύνης και της ισότητας των ελεύθερων πολιτών.

«Κάθε ανισότητα μέσα στη δημοκρατία πρέπει να προέρχεται από τη φύση της δημοκρατίας και από την ίδια την αρχή της ισότητας. Για παράδειγμα, υπάρχει ο φόβος ότι οι άνθρωποι, οι οποίοι θα είχαν ανάγκη μια διαρκή εργασία για να ζήσουν, θα φτώχαιναν υπερβολικά αν αναλάμβαναν ένα αξίωμα ή ότι θα αμελούσαν τα καθήκοντά τους· ότι οι χειροτέχνες θα ξιπάζονταν· ότι οι πολυάριθμοι απελεύθεροι θα γίνονταν πιο ισχυροί από τους παλαιούς πολίτες. Σε αυτή την περίπτωση, η ισότητα ανάμεσα στους πολίτες μπορεί να αφαιρεθεί μέσα στη δημοκρατία προς όφελος της δημοκρατίας. Αλλά δεν αφαιρούμε παρά μια φαινομενική ισότητα: γιατί ένας άνθρωπος κατεστραμμένος από την άσκηση ενός αξιώματος θα βρισκόταν σε δεινότερη κατάσταση από τους άλλους πολίτες· και αυτός ο ίδιος άνθρωπος, όντας υποχρεωμένος να αμελήσει τα καθήκοντά του, θα περιήγαγε τους άλλους πολίτες σε κατάσταση χειρότερη από τη δική του· και ούτω καθεξής».
Μοντεσκιέ, Το πνεύμα των Νόμων, μτφρ. Κ. Παπαγιώργης και Π. Κονδύλης, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1994, σ. 162.

«Δεν πρόκειται για γλωσσικό ή εννοιολογικό ζήτημα. Δεν απαιτείται ένας ορισμός της λέξης “ίσο” ή μία ανάλυση του τρόπου με τον οποίο η λέξη χρησιμοποιείται στην καθημερινή γλώσσα. Χρειάζεται να διακρίνουμε διάφορες αντιλήψεις περί ισότητας προκειμένου να αποφασίσουμε ποια από αυτές τις αντιλήψεις (ή ποιος συνδυασμός τους) διατυπώνει ένα ελκυστικό πολιτικό ιδεώδες, αν τελικά υπάρχει κάποια που να το κάνει. Αυτή η διανοητική άσκηση μπορεί να περιγραφεί και κάπως διαφορετικά, χρησιμοποιώντας μία διάκριση που έχω υιοθετήσει σε άλλα συμφραζόμενα. Είναι διαφορετικό να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους εξίσου και να τους αντιμετωπίζουμε ως ίσους. Κάποιος που υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι πιο ίσοι ως προς το εισόδημα ισχυρίζεται ότι η κοινότητα που επιτυγχάνει ισότητα εισοδήματος πραγματικά αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως ίσους. Κάποιος που υποστηρίζει, αντιθέτως, ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι εξίσου ευτυχισμένοι παρέχει μία διαφορετική και ανταγωνιστική θεωρία για το ποια κοινωνία αξίζει αυτόν τον τίτλο. Το ερώτημα είναι, λοιπόν: ποια από τις πολλές διαφορετικές θεωρίες αυτού του είδους αποτελεί τη βέλτιστη θεωρία;»
Ronald Dworkin, Ισότητα, μτφρ. Γρ. Μολύβας, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σσ. 91-92.

Ότι είμαστε όλοι ίσοι έναντι του νόμου είναι κάτι που σήμερα θεωρούμε αυταπόδεικτο και αδιαμφισβήτητο. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, όλοι οι πολίτες είναι ίσοι απέναντι στον Νόμο, απέναντι στο Δίκαιο, το οποίο ισχύει εξίσου για όλους και χωρίς εξαιρέσεις. Όλοι είναι ίσοι απέναντι στον Νόμο ανεξάρτητα από φυλή, φύλο, χρώμα, εθνική καταγωγή, εθνότητα, θρησκεία, ικανότητα, χωρίς διακρίσεις οποιουδήποτε είδους. Αυτό είναι, άλλωστε και το άρθρο 7 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (βλ. εδώ)

Η πρώτη, κύρια και προφανής ερμηνεία αυτού του σημείου είναι ότι οι παραβάσεις του νόμου εκδικάζονται ισότιμα ή, με άλλα λόγια, ότι ο νόμος ισχύει εξίσου για όλους τους πολίτες μιας σύγχρονης δημοκρατικής κοινωνίας. Ο νόμος θα εφαρμοστεί εξίσου σε κάποιον πλούσιο και κάποιον φτωχό, σε κάποιον διάσημο και ξεχωριστό πολίτης όπως και σε έναν καθημερινό άνθρωπο. Για παράδειγμα, αν ένας διάσημος και λαοφιλής ηθοποιός, τραγουδιστής ή επιχειρηματίας παραβεί τον νόμο θα δικαστεί με βάση τους ίδιους νόμους με τους οποίους θα δικαστεί και κάποιος που δεν είναι γνωστός πέρα από το κοινωνικό του περιβάλλον.

Σε αυτή όμως την περίπτωση βλέπουμε μάλλον τον αρνητικό προσδιορισμό της ισότητας. Μέσα από αυτόν μπορούμε να δούμε και τον θετικό προσδιορισμό του άρθρου 7 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Γιατί η ισότητα όλων έναντι του νόμου δεν σημαίνει μόνο ότι οι νόμοι θα εφαρμοστούν εξίσου στους παραβάτες, αλλά και ότι απαγορεύονται οι διακρίσεις ανάμεσα στους πολίτες εντός του κράτους ή και από τους θεσμούς. Ο νόμος ισχύει εξίσου για όλους και προστατεύει εξίσου όλους, δεν υπάρχει διαφορετικός νόμος για τις γυναίκες και διαφορετικός για τους άντρες, δεν υπάρχει χωριστή νομοθεσία για τους φτωχούς και διαφορετική για τους πλούσιους, δεν υπάρχει διαφορετικός νόμος για τις διαφορετικές φυλετικές ή θρησκευτικές κοινότητες που ζουν εντός της πολιτείας.

Βέβαια, όπως γνωρίζουμε καλά, η ανάπτυξη αυτής της ισότητας είναι σε εξέλιξη κατά τη διάρκεια της ιστορίας, προοδεύει αναπτύσσεται με το πέρασμα του χρόνου. Ένα κλασικό παράδειγμα για την ανάδειξη αυτής της θέσης είναι ότι κατά την αρχαιοελληνική δημοκρατία δικαίωμα ψήφου είχαν μόνον λίγοι πολίτες, όλοι άντρες, όλοι λίγο-πολύ πλούσιοι. Αλλά δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στο βαθύ παρελθόν για να δούμε τα βήματα που έχει κάνει η δημοκρατία ως προς την εξάπλωση της ισότητας. Αρκεί να σκεφτούμε το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες ή την κατάργηση της δουλείας, και τα δύο επιτεύγματα της νεότερης εποχής.

Η ισότητα απέναντι στον Νόμο εκπληρώνεται μόνο όταν εδράζεται στην κοινωνική ισότητα όλων των ανθρώπων. Είναι σημαντικό επίσης να τονίσουμε ότι αναφέρεται σε συγκεκριμένη κάθε φορά ιστορική συγκυρία και δεν πρόκειται για μία γενική, άχρονη ιδέα.

pote

Αξίζει εδώ να σημειώσουμε, επίσης, ότι η ισότητα όλων έναντι του νόμου δεν προωθεί μόνο την ισότητα των πολιτών, αλλά κυρίως αποτελεί τη δέσμευση του ίδιου του κράτους απέναντι στους πολίτες, τη δέσμευση ότι θα τηρεί και θα προωθεί την ισότητα, ότι δεν θα μοιράζει προνόμια ανάλογα με συμφέροντα ή ότι δεν θα περιορίζει άτομα ή ομάδες από το να δρουν ελεύθερα εντός της πολιτείας.